Καλώς ήρθατε στην όμορφη πόλη μας

Η Λουκοβασιλούπολη είναι μια πόλη που χτίστηκε σιγά σιγά, πολύ σιγά, μέσα στους χώρους που δημιουργούν οι πτυχές μιας κουβέρτας, γύρω από τα φουσκώματα ενός σεντονιού, δίπλα από τις γωνίες ενός κομοδίνου, γύρω από το κουλούριασμα μιας γάτας, ανάμεσα στα όνειρα που τείνουν να εμφανιστούν και μία αγάπη που νανουρίζεται…

Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2011

Η πριγκίπισσα Μαίρη, η νεράιδα Νεφέλη και το κακό όνειρο

«Υπάρχουν δίκαιοι βασιλιάδες;
Υπάρχουν οι νεράιδες;
Υπάρχουν φιλάνθρωποι;
Υπάρχουν τέρατα;»

Αυτά σκεφτόταν το νέφος, καθώς περνούσε ψηλά, πάνω από την Λουκοβασιλούπολη, και άρχισε να ρίχνει τις στάλες του στους δρόμους της μικρής πόλης, που μικρές φιγούρες πηγαινοέρχονταν για τις καθημερινές ασχολίες τους, στάλες με τη μορφή ενός λευκογενειοφόρου βασιλιά, μιας νεράιδας με γαλάζια φτερά και μοβ φόρεμα, μιας καλοσυνάτης γυναίκας που μοιράζει φαγητά στους φτωχούς, ενός τέρατος με κόκκινη μακριά γλώσσα και μυτερά μεγάλα δόντια και μίας μικρής πριγκίπισσας, χαριτωμένης, μα κυνηγημένης, της Μαίρης.

Το Λουκοβασιλάκι και το Βασιλολουκάκι βάδιζαν προς το σπιτάκι τους, με σακούλες στα χέρια τους, αφού προηγουμένως είχαν ψωνίσει από το σουπερ μάρκετ της Λουκοβασιλούπολης, τον «Δουλονίτη», όταν αισθάνθηκαν τις σταγόνες του νέφους στα κεφάλια τους και άνοιξαν το βήμα τους για να φτάσουν στο σπίτι πιο γρήγορα.

Όταν έφτασαν σπίτι, άρχισαν να τακτοποιούν τα αγαθά που είχαν ψωνίσει από τον «Δουλονίτη», και το Βασιλολουκάκι θέλοντας να ρωτήσει το Λουκοβασιλάκι σε ποιο συρτάρι να βάλει τις γατοτροφές, ακούστηκε να λέει: «Αν και δεν το πιστεύετε, είμαι ένας δίκαιος Βασιλιάς».

Το Λουκοβασιλάκι ξαφνιάστηκε από τη φράση του Βασιλολουκακίου και θέλοντας να το ρωτήσει τι είναι αυτό που ξεστόμισε, είπε: «Αυτό κι αν το πιστέψετε, είμαι η γυναίκα του δίκαιου βασιλιά και θέλω να φυλάω του φτωχούς και τους κατατρεγμένους».

«Και εγώ είμαι η νεράιδα Νεφέλη», ακούστηκε από την βιβλιοθήκη και η μικρή φιγούρα νεράιδας που τους είχε χαρίσει ένα μικρό κοριτσάκι και την είχαν πάνω σε ένα ράφι, φτερούγισε και χαμογελώντας προσγειώθηκε στον ώμο του Λουκοβασιλακίου.

«Και χρειάζομαι την βοήθειά σας», συμπλήρωσε η νεράιδα Νεφέλη, πριν προλάβουν τα Λουκοβασιλάκια να συνέλθουν από την έκπληξη που ένιωσαν.

«Θέλετε να σας αφηγηθώ μια ιστορία;», ρώτησε η Νεφέλη με τη λεπτή φωνούλα της και πριν πάρει απάντηση άρχισε να μιλάει.

«Κάποτε υπήρχε ένα βασίλειο, πολύ κοντά σας εδώ στη Λουκοβασιλούπολη, λίγα χιλιόμετρα μακρύτερα και εκεί ζούσε ένας δίκαιος βασιλιάς και οι υπήκοοί του. Ο βασιλιάς είχε μια καλοσυνάτη γυναίκα και μία κόρη, την πριγκίπισσα Μαίρη, μία χαριτωμένη κοπέλα. Όμως κάποιοι πολίτες του Βασιλείου, δυσαρεστημένοι από το ότι δεν είχαν δικαίωμα ψήφου ξεσηκώθηκαν και ανέτρεψαν τον βασιλιά και τον υποχρέωσαν να φύγει από τη χώρα».

Τα Λουκοβασιλάκια κοιτάχτηκαν με απορία μεταξύ τους και η Νεφέλη, πέταξε από τον ώμο του Βασιλολουκακίου, προσγειώθηκε στον ώμο του Λουκοβασιλακίου και συνέχισε με λυπημένη, αυτή τη φορά, έκφραση: «Η πριγκίπισσα Μαίρη όμως είχε ένα πρόβλημα: Δεν μπορούσε να κοιμηθεί πάνω από λίγα λεπτά. Στον ύπνο της πάντα ερχόταν ένα τέρας και αυτό την φόβιζε και ξυπνούσε. Και η πριγκίπισσα αφού δεν κοιμόταν φυσιολογικά είχε χάσει το χαμόγελό της. Ήρθε και την είδε ο καλύτερος γιατρός του Βασιλείου και αποφάνθηκε ότι η πριγκίπισσα έπασχε από τη νόσο του «άδικου» και της έδωσε φάρμακα. Με τα φάρμακα κοιμάται καλύτερα και, λίγο, έχει επιστρέψει το χαμόγελο στο πρόσωπό της. Όμως τώρα που ο μπαμπάς της εκδιώχθηκε από το Βασίλειο και αυτός και η οικογένειά του έφυγαν γρήγορα - γρήγορα από το παλάτι, δεν πήραν τα φάρμακα της πριγκίπισσας Μαίρης μαζί τους. Από τότε η πριγκίπισσα έχασε ξανά το χαμόγελό της και όχι μόνο, σιγά-σιγά άρχισε να κλαίει και από το σημείο, στο δάσος της Λουκοβασιλούπολης, που έχουν κρυφτεί, τα δάκρυά της έπεφταν στο χώμα, και εγώ που ξεκουραζόμουν στο χώμα, συγκινήθηκα πολύ και ήπια τα δάκρυά της και έγινα νέφος, έγινα η νεράιδα Νεφέλη, και τώρα θέλω να πετάξω, να βρέξω τα δάκρυα της Μαίρης στη πόλη για να βρω κάποιον να με βοηθήσει, να βοηθήσουμε τη Μαίρη».

Η Νεφέλη πέταξε από τον ώμο του Λουκαβασιλακίου, πήγε και κάθισε στο περβάζι του παραθύρου και συνέχισε, αυτή τη φορά με σοβαρή έκφραση: «Εσείς θα με βοηθήσετε να βοηθήσω τη πριγκίπισσα Μαίρη»...

Συνεχίζεται....

2 σχόλια:

  1. Τι να πω τωρα? Πόσο με συγκινήσατε? Πως τρέχουν δάκρυα απο τα μάτια μου?.. και πιο πέρα ένα χαμόγελο... πραγματικά σας ευχαριστώ.. σας ευχαριστούμε...

    ανατρίχιασα..ξέρετε γιατί? είναι σαν να γνωρίζετε ακριβώς το τι συμβαίνει στη "πριγκίπισσα Μαίρη".. και ακριβώς στη "νεράιδα Νεφέλη"!!

    Σας αγαπώ.. θα περιμένω όταν μπορέσετε να μάθω και την συνέχεια... και κάτι ακόμα: η νεράιδα Νεφελη είναι πολύ όμορφη ψυχή!! Τέτοια ψυχή σπανίζει..

    Να σται καλά.. ακομα να κοιμηθω.. εφόσον εχασα τον υπνο μου.. αλλα τωρα η νεραιδα νεφελη μαζι με σας θα με βοηθήσετε να κάνω νανακια μου και ας ποναω!!

    φιλάκια πολλααααααααααααα

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Πολύ ωραία η ιστορία σας, συνεχίστε την καλή δουλειά! Για να είμαστε πιο ακριβείς, την πριγκίπισσα Μαίρη, στην πραγματικότητα την φώναζαν Μαριγούλα και η πριγκίπισσα Μαριγούλα πέρα τον ύπνο της, είχε χάσει και την όρεξη της κάτι που έκανε τα φτερά της Νεφέλης να αχνίζουν από θυμό! Γι' αυτό προτρέψτε την πριγκίπισσα Μαριγούλα να τρώει περισσότερο, προτού τα καημένα φτερά της νεραϊδας Νεφέλης γίνουν ατμός!!!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή